- αγριοπρόβατο
- Αρτιοδάκτυλο μηρυκαστικό της οικογένειας των κοιλοκέρων. Τα αρσενικά έχουν ύψος στο ακρώμιο περίπου 0,70 μ., μήκος έως 1,20 μ., βάρος 40-50 κιλά, κυρτά κέρατα πολύ χοντρά στη βάση και τους χειμερινούς μήνες μια χαίτη γύρω στον λαιμό. Τo θηλυκό είναι μικρότερο και έχει πολύ μικρά –ή και καθόλου– κέρατα. Διαφέρουν επίσης στο χρώμα: το θηλυκό είναι όλο κιτρινοκόκκινο. Το αρσενικό είναι στο επάνω μέρος κοκκινωπό ή σκούρο, ανάλογα με την εποχή, και στο πλευρό του φέρει δύο μεγάλες λευκές κηλίδες. Το α. (πρόβατο ο μούσμων) ζει σε άγρια κατάσταση, κατά μικρές ομάδες που ολοένα λιγοστεύουν, στα βουνά της Σαρδηνίας και της Κορσικής και τρέφεται με χόρτα και βλαστάρια θάμνων και δέντρων. Η διασταύρωσή του με την κατοικίδια προβατίνα είναι γόνιμη. Ένα άλλο είδος α., σπανιότατο όμως, το πρόβατο ο οφίων,υπάρχει στον Όλυμπο της Κύπρου και στα βουνά της Κρήτης. Άλλα είδη υπάρχουν επίσης σε διάφορες περιοχές της Ασίας, της Αφρικής και της Αμερικής.
Το αγριοπρόβατο ζει στα βουνά της Σαρδηνίας και της Κορσικής και είναι ίσως το τελευταίο δείγμα ενός είδους που πολύ παλιά ήταν διαδεδομένο σε όλη την Ευρώπη.
Dictionary of Greek. 2013.